Ο Βασίλης Δοδοντσάκης δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος του αθλητισμού. Με καταγωγή από την Ελλάδα και διακρίσεις στον στίβο ως πανελλήνιος πρωταθλητής, πλέον έχει «μετακομίσει» στο ποδοσφαιρικό προσκήνιο της Σουηδίας. Σήμερα, εργάζεται ως γυμναστής στις ακαδημίες της ιστορικής Djurgården, με ευθύνη τα ηλικιακά γκρουπ 13–15 ετών.
Σε μια ουσιαστική και ειλικρινή συζήτηση, μας μιλά για την ποδοσφαιρική κουλτούρα της Σουηδίας, τις διαφορές με την Ελλάδα, τον ρόλο των γονιών, τον επαγγελματισμό των ακαδημιών, αλλά και τη φιλοσοφία ζωής σε μια χώρα που επενδύει στην εξέλιξη και όχι μόνο στη νίκη.
Ποιος είναι ο στόχος της Djurgården με τις ακαδημίες;
Τα τελευταία χρόνια δίνεται πολύ μεγάλη έμφαση στις ακαδημίες, με στόχο την ανάπτυξη παικτών. Σε κάθε παιχνίδι της πρώτης ομάδας συμμετέχουν 2-3 παίκτες ηλικίας 17 ετών, ενώ πρόσφατα έκανε ντεμπούτο και ένας 15χρονος.
Το πιο σημαντικό, όμως, για τον σύλλογο είναι η ατομική πρόοδος του κάθε ποδοσφαιριστή – τόσο σε τεχνικό επίπεδο όσο και στο κομμάτι της φυσικής κατάστασης, που είναι η δική μου ευθύνη.
Ποιες είναι οι βασικές διαφορές με τις ελληνικές ακαδημίες;
Κατ’ αρχάς, εδώ έχουμε πολλές προσωπικές συναντήσεις με κάθε παίκτη – τουλάχιστον 3-4 φορές τον χρόνο. Ο καθένας έχει τον φάκελό του, όπου καταγράφονται τα πάντα: από τις προσωπικές επιδόσεις μέχρι τη συνεισφορά του στους αγώνες.
Στον πάγκο υπάρχουν 3-4 προπονητές – ένας πρώτος προπονητής, ο γυμναστής και άλλοι δύο που παρακολουθούν την ομάδα και τον αντίπαλο. Υπάρχει και βίντεο-ανάλυση κάθε αγώνα για να βλέπουμε τι πήγε καλά και τι όχι.
Πώς μπορεί ένα παιδί 14 ετών να βρεθεί στην πρώτη ομάδα;
Έχουμε παίκτες 14 ετών που αγωνίζονται στην Κ16. Εκεί τους παρακολουθούν οι προπονητές των ομάδων Κ17 και Κ19. Αν κάποιος ξεχωρίσει, δοκιμάζεται και, αν συνεχίσει να εντυπωσιάζει, ανεβαίνει προς την πρώτη ομάδα.
Έχουμε παιδί που μέσα σε τρεις μήνες εξελίχθηκε τόσο πολύ που πλέον είναι βασικός στην Κ16.
Πώς συμπεριφέρονται οι γονείς των παιδιών στην Ελλάδα και στη Σουηδία;
Στην Ελλάδα οι γονείς επεμβαίνουν συχνά, πολλές φορές με άσχημο τρόπο. Στη Σουηδία είναι το αντίθετο. Εμψυχώνουν τα παιδιά και οργανώνουν πρακτικά θέματα – τουρνουά, ξενοδοχεία, μετακινήσεις – σαν μια ομάδα, μεταξύ τους.
Είναι τυπικοί, ήρεμοι και δεν δημιουργούν πίεση στα παιδιά.
Ποιοι είναι οι στόχοι των παιδιών που παίζουν ποδόσφαιρο στη Σουηδία;
Η μεγάλη πλειοψηφία, περίπου το 80-90%, έχει στόχο να γίνει επαγγελματίας. Το υπόλοιπο ποσοστό θέλει απλώς να περάσει όμορφα μέσα από το ποδόσφαιρο.
Ως πρώην πρωταθλητής στίβου, τι εντύπωση σου κάνουν οι υποδομές στη Σουηδία;
Η διαφορά είναι τεράστια. Εδώ οι εγκαταστάσεις δεν συγκρίνονται με την Ελλάδα, ούτε με το ΟΑΚΑ. Κάθε συνοικία έχει γήπεδο σε άριστη κατάσταση, πολύ καλύτερο από πολλά ελληνικά στάδια.
Πώς διαφέρει η νοοτροπία στον αθλητισμό;
Στην Ελλάδα το βασικό είναι να κερδίσουμε. Το κίνητρο είναι ο άμεσος στόχος. Στη Σουηδία δίνουν έμφαση στην εξέλιξη του παίκτη. Δεν τους ενδιαφέρει μόνο το αποτέλεσμα, αλλά το πώς θα γίνει καλύτερος ο αθλητής σε βάθος χρόνου.
Πώς βλέπεις την απόφαση του Ιβάν να βάζει νέους παίκτες στην εθνική ομάδα;
Είναι ό,τι καλύτερο. Οι νεαροί παίκτες έχουν κίνητρο, θέλουν να διακριθούν. Ένας 30άρης έχει ήδη ολοκληρώσει τον κύκλο του. Έχουμε μια εξαιρετική γενιά στην Ελλάδα, με δύο παίκτες για κάθε θέση.
Θα μπορούσε αυτό να γίνει μοντέλο και για άλλες ελληνικές ομάδες;
Ήδη έχει αρχίσει. Ο Ολυμπιακός είναι παράδειγμα προς μίμηση, λειτουργεί σαν ευρωπαϊκή ομάδα. Το ίδιο ισχύει και για τον ΠΑΟΚ. Βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή και το ελληνικό ποδόσφαιρο δείχνει να προσαρμόζεται.
Τι σε εντυπωσιάζει στον τρόπο ζωής των Σουηδών;
Η γυμναστική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Τους βλέπεις στο γυμναστήριο από τις 5 το πρωί. Επίσης προσέχουν πολύ τη διατροφή τους.
Δεν ζουν με άγχος, σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου έχουμε μάθει να λειτουργούμε υπό πίεση.
Πώς σου φαίνεται η ζωή στη Σουηδία;
Υπέροχη. Από την αρχή ήθελα να ζήσω είτε στο Μάλμε είτε στη Στοκχόλμη. Όλα λειτουργούν με πρόγραμμα και ακρίβεια. Η φύση είναι παντού – η πόλη είναι πράσινη, καθαρή και ηρεμεί το μάτι και η ψυχή.
Παρόλο το κρύο, όταν έχει ήλιο απολαμβάνεις τα απλά πράγματα. Εδώ λένε “πάμε μια βόλτα στο πάρκο”. Στην Ελλάδα λέμε “πάμε για καφέ ή ποτό”.
Συντακτική ομάδα