Το να ξεκινήσει κανείς ένα μεγάλο ταξίδι μετά την αποφοίτηση δεν είναι κάτι ασυνήθιστο. Όμως η 20χρονη Ίντα Λάρσον από το Östervåla το έκανε με τρόπο που ξεχωρίζει: περπάτησε μόνη της, με τα πόδια, από τη Σουηδία μέχρι την Ελλάδα.
Συνολικά η απόσταση έφτασε τα 4.157 χιλιόμετρα, εκ των οποίων τα 3.944 ήταν καθαρό περπάτημα. Πέρασε από δέκα χώρες, έφτασε έως και τα 900 μέτρα υψόμετρο, και χρειάστηκε 257 ημέρες, εκ των οποίων οι 169 στον δρόμο. Ξεκίνησε στις 12 Αυγούστου 2024 και ολοκλήρωσε το ταξίδι στις 25 Απριλίου 2025.
Γιατί ήθελες να περπατήσεις από τη Σουηδία μέχρι την Ελλάδα;
– Η ιδέα υπήρχε καιρό. Ήδη στην Γ΄ Γυμνασίου εγώ και μια φίλη κάναμε πλάκα ότι θα περπατήσουμε μέχρι την Ελλάδα, επειδή βρίσκεται στο νότιο άκρο της Ευρώπης. Προς το τέλος του Λυκείου είχα κουραστεί από το σχολείο και δεν ήθελα να αρχίσω αμέσως σπουδές.
Η πεζοπορία της Ίντα ξεκίνησε από το Λουντ και κατέληξε στην Αθήνα.
– Στη γέφυρα του Όρεσουντ δεν επιτρέπεται να περπατήσεις, οπότε εκεί πήρα το τρένο. Μετά πέρασα από τη Δανία, τη Γερμανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Γαλλία και το Μονακό πριν φτάσω στην Ιταλία.
– Έκανα μια παύση τον χειμώνα, από 4 Δεκεμβρίου μέχρι 3 Μαρτίου, οπότε γύρισα σπίτι. Μετά συνέχισα από την Ιταλία. Από εκεί πήρα πλοίο για την Αλβανία και από εκεί περπάτησα το τελευταίο κομμάτι μέχρι την Αθήνα.
Είχες φουσκάλες ή τραυματισμούς;
– Την πρώτη εβδομάδα, που δεν ήμουν συνηθισμένη στο πολύ περπάτημα, έπαθα φουσκάλες. Μετά πήγαινε αρκετά καλά. Φυσικά πονούσαν τα πόδια μετά από μια ολόκληρη μέρα, και υπήρχαν στιγμές που ήθελα να γυρίσω σπίτι. Αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα σοβαρά να τα παρατήσω.
Η Ίντα δεν είχε μαζί της κάποια ειδική πεζοπορική χαρτογράφηση – χρησιμοποιούσε το Google Maps. Μερικές φορές όμως ο χάρτης δεν ταίριαζε με το έδαφος.
– Στην Αλβανία ανέβηκα σε ένα ψηλό βουνό όταν συνειδητοποίησα ότι είχα πάρει εντελώς λάθος δρόμο. Έπρεπε να κατέβω ξανά.
Τις περισσότερες μέρες περπατούσε έξι συνεχόμενες και ξεκουραζόταν την έβδομη. Τις μέρες ξεκούρασης έμενε σε hostel ή ξενοδοχείο.
Κατά τα άλλα, συνήθως ζητούσε από ανθρώπους αν μπορούσε να στήσει τη σκηνή της για μια νύχτα στον κήπο τους. Στις περισσότερες χώρες αυτό πήγαινε καλά εκτός από την Ιταλία.
– Εκεί περπατούσα κατά μήκος της ακτής, σε πολύ τουριστική περιοχή, όπου τα περισσότερα σπίτια είχαν ψηλούς φράχτες και θυροτηλέφωνα. Ήταν δύσκολο να βρω ποιον να χτυπήσω, και τα γλωσσικά εμπόδια έκαναν τα πράγματα πιο περίπλοκα. Έτσι έμεινα σε πολλά hostels και B&B. Νομίζω πως πνευματικά η Ιταλία ήταν η πιο δύσκολη χώρα, αν και έζησα και πολλές θετικές εμπειρίες εκεί.
Γενικά, όμως, στη διαδρομή συνάντησε μεγάλη φιλοξενία.
– Μερικές φορές με καλούσαν σε πρωινό ή δείπνο. Άλλοι μου πρόσφεραν ντους ή πλυντήριο.
Τι είχες στην τσάντα σου;
– Σκηνή, υπνόσακο, γκαζάκι με μικρή κουζίνα, ρούχα, διαβατήριο και ένα μικρό νεσεσέρ με είδη περιποίησης. Η τσάντα ζύγιζε γύρω στα 15–20 κιλά.
Σχεδόν πάντα μαγείρευα το ίδιο: μακαρόνια με λουκάνικο και σάλτσα.
– Από τότε δεν το έχω ξαναφάει.
Πόσα χρήματα ξόδεψες;
– Δεν έχω ακριβή νούμερο, αλλά γύρω στις 50–60 χιλιάδες κορώνες. Αν στην Ιταλία ήταν το ίδιο εύκολο όσο στις άλλες χώρες, θα ήταν λιγότερα.
Περάσματα συνόρων με έλεγχο διαβατηρίων δεν συνάντησε.
– Μόνο στο πλοίο από την Αλβανία προς την Ιταλία χρειάστηκε να δείξω διαβατήριο.
Στην αρχή μερικοί δικοί μου ανησύχησαν με τα σχέδιά μου.
– Αλλά συνήθισαν. Επικοινωνούσα τακτικά με τη μαμά, τον μπαμπά και την αδερφή μου, και φρόντιζα πάντα να έχω φορτισμένη την powerbank.
Όταν έφτασα στον προορισμό, στην Αθήνα, ήρθαν η αδερφή και ο πατέρας μου και περάσαμε μερικές μέρες σαν «κανονικοί τουρίστες». Μετά γύρισα Σουηδία με τρένο και λεωφορείο, κάνοντας μια στάση στην Ολλανδία για να δω την άνθιση των τουλιπών.
Τώρα είμαι ξανά στο Östervåla, δουλεύω στο ίδιο μέρος όπως πριν, και το καλοκαίρι μίλησα για το ταξίδι μου σε μια βραδιά σε καφέ στο Älvåsa.
Θα συνιστούσες σε κάποιον άλλον να κάνει το ίδιο ταξίδι;
– Είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση. Αλλά μάλλον θα έλεγα: «Κάν’ το!»
Συντακτική ομάδα
Inga kommentarer:
Skicka en kommentar